Την τελευταία του πνοή, λίγες μέρες μετά τα 80ά του γενέθλια, άφησε την Τρίτη 23 Αυγούστου, ένας από τους πιο εμβληματικούς ζεν πρεμιέ του ελληνικού κινηματογράφου, ο Ανδρέας Μπάρκουλης.
Ο Ανδρέας Μπάρκουλης έφυγε έπειτα από μακρά νοσηλεία αντιμετωπίζοντας τα τελευταία χρόνια σοβαρά προβλήματα υγείας με εισαγωγές σε νοσοκομεία. Χθες το βράδυ η υγεία του επιδεινώθηκε ενώ πριν λίγες μέρες είχε βγει από την Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, όπου παρέμενε εξαιτίας της σοβαρής λοίμωξης του αναπνευστικού και της καρδιακής ανεπάρκειας που τον ταλαιπωρούσε.
Όπως έγινε γνωστό, η κηδεία του θα γίνει την προσεχή Πέμπτη στο κοιμητήριο της Μεταμόρφωσης (17:30).
Το θελκτικό παρουσιαστικό, η ευγενική φυσιογνωμία και η γοητεία του γεννημένου στις 4 Αυγούστου του 1936 στον Πειραιά, Μπάρκουλη σε συνδυασμό με το υποκριτικό του ταλέντο, ήταν τα στοιχεία που τον καθιέρωσαν ως έναν από τους πιο δημοφιλείς ηθοποιούς τη δεκαετία του '60.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, που για χάρη του δημιουργήθηκε η φράση "Κορίτσια ο Μπάρκουλης!", η οποία μετατράπηκε σε θρυλικό σλόγκαν. Πρόκειται για τον ηθοποιό, οι θαυμάστριες του οποίου γέμιζαν τα θέατρα, σε όποια παράσταση και αν έπαιζε και η φωτογραφία του υπήρχε σε κάθε κοριτσίστικη σχολική τσάντα.
Το μικρόβιο της υποκριτικής το είχε από μικρός, καθώς από τα εφηβικά του κιόλας χρόνια, συμμετείχε σε παραστάσεις αρχαίας τραγωδίας, ακολουθώντας παράλληλα θεατρικές σπουδές στη σχολή του Κωστή Μιχαηλίδη. Η παρθενική του εμφάνιση στο θέατρο έγινε το 1956 και στον κινηματογράφο την επόμενη χρονιά στην ταινία "Μαρία Πενταγιώτισσα", δίπλα στην Αλίκη Βουγιουκλάκη.
Έπαιξε σε περισσότερες από 100 ταινίες, ερμηνεύοντας κυρίως δεύτερους ρόλους σε δραματικές ταινίες, όπως "Ο Μιμίκος και η Μαίρη (1958)", «Κοινωνία ώρα Μηδέν» (1966) , «Κοντσέρτο για πολυβόλα» (1967), «Όλγα Αγάπη μου» (1968), αλλά και σε κωμωδίες, όπως «Μια Ιταλίδα στην Ελλάδα» (1958), «Διακοπές στην Αίγινα» (1958), «Η Μουσίτσα»(1959), «Μην είδατε τον Παναή» (1962), «Το Δόλωμα» (1964), «Τζένη Τζένη» (1965), «Ησαΐα μη Χορεύεις» (1969), «Μια τρελή τρελή σαραντάρα» (1970) και η «Θεία μου η χίπισσα» (1970).