Στην περίπτωση μίας εκτεταμένης κρίσης, οικονομικής, γεωπολιτικής, χρηματιστηριακής κλπ. οι τράπεζες αναζητούν ασφαλή καταφύγια για τα χρήματα τους. Το πιο ασφαλές καταφύγιο όλων, είναι η ίδια η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, όπου οι τράπεζες «παρκάρουν» τα κεφάλαια τους ανταλλάσσοντας την πιθανότητα καταγραφής κέρδους με τη βεβαιότητα της ακέραιης διατήρησης τους.
Όλα αυτά, όμως, σε περίοδο κρίσης. Γιατί στην αντίθετη περίπτωση, όταν οι συνθήκες είναι φυσιολογικές, οι τράπεζες αναζητούν το κέρδος και μάλιστα συχνά αναλαμβάνουν ιδιαίτερα υψηλά ρίσκα προκειμένου να το κατοχυρώσουν.
Από το 2007 η Ευρώπη έχει ζήσει μία σειρά κρίσεων. Την παγκόσμια κρίση του 2008 με αποκορύφωμα την πτώχευση της Lehman Brothers, την ελληνική / ευρωπαϊκή το 2010 και την ελεγχόμενη πτώχευση της Ελλάδας το 2012. Σε κάθε μία από τις παραπάνω κρίσεις το ύψος των κεφαλαίων που οι τράπεζες «πάρκαραν» στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εκτοξεύτηκε.
Το 2008 οι ευρωπαϊκές τράπεζες αποθήκευσαν περί τα 300 δις ευρώ στην ΕΚΤ, ποσό που ξεπεράστηκε το 2010 και προσέγγισε τα 400 δις ευρώ, για να απογειωθεί σε παραπάνω από 800 δις ευρώ το 2012.
Έκτοτε, η κατάσταση εξομαλύνθηκε και τον Ιούνιο του 2014 τα αποθηκευμένα κεφάλαια στην ΕΚΤ είχαν σχεδόν μηδενιστεί, σε μία ένδειξη ότι η επιστροφή στην κανονικότητα έβαινε ομαλά. Από το καλοκαίρι του 2014 και μετά, όμως, μία νέα τάση επιστροφής στην ασφάλεια άρχισε να γεννιέται, η οποία δυνάμωσε και διήρκεσε σε όλο το 2015, με τα αποθηκευμένα κεφάλαια στην ΕΚΤ να ξεπερνούν στις πρώτες ημέρες του 2016 τα 200 δις ευρώ, για πρώτη φορά από το 2012.
Δεδομένου ότι η τάση αυτή τρέχει παράλληλα με το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, μία πιθανή εξήγηση μπορεί να είναι ότι οι τράπεζες χρησιμοποιούν τμήμα της μεγάλης ρευστότητας που αντλούν ως «ασφάλεια» για το ενδεχόμενο μίας νέας κρίσης.
Αυτή η αναζήτηση ασφάλειας ίσως συνδέεται με την νέα ελληνική κρίση του 2015 η οποία οδήγησε σε πτώχευση στο ΔΝΤ και σε αναστάτωση ολόκληρη την Ευρώπη, υπό το φόβο ενός GRexit.
Έξι άλλες πιθανές επιπρόσθετες παράμετροι ανησυχίας είναι η α) έναρξη του νέου κύκλου αύξησης επιτοκίων από την αμερικανική FED, β) η κατάρρευση των τιμών του πετρελαίου και των εμπορευμάτων γενικότερα και ο αποπνέων εξ αυτών αποπληθωριστικός κίνδυνος, γ) η αύξηση του γεωπολιτικού ρίσκου (Ουκρανία, Ρωσία, Μέση Ανατολή, ISIS) , δ) η Κίνα και ε) η υποβάθμιση των προσδοκιών για την παγκόσμια ανάπτυξη, ζ) η πολύ χαμηλή ευρωπαϊκή ανάπτυξη.
Σε κάθε περίπτωση το γεγονός δεν αλλάζει και αυτό είναι ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες συμπεριφέρονται, ως προς το βαθμό αποθήκευσης κεφαλαίων στην ΕΚΤ, σα να υπάρχει μία νέα κρίση ή σα να προετοιμάζονται γι’ αυτήν.
Και ακόμη και αν αυτή δεν έρθει, αυτή η συμπεριφορά των τραπεζών από μόνη της είναι ενδεικτική της αντίληψης τους για την παγκόσμια αύξηση της αστάθειας, την οποία, όπως, φαίνεται δε μπορούν να αντιμετωπίσουν με αποτέλεσμα να υιοθετούν αμυντική στάση.
Με αυτόν τον τρόπο, όμως, στερούν πολύτιμα κεφάλαια από την ευρωπαϊκή οικονομία και σε ένα βαθμό αυτοτροφοδοτούν τη μεγέθυνση αρκετών εκ των φόβων τους. Επιπλέον, ακυρώνουν σημαντικά την αποτελεσματικότητα του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, διακινδυνεύοντας την αποτυχία του να βάλει σε ουσιαστική και βιώσιμη τροχιά ανάπτυξης την ευρωπαϊκή οικονομία.