Tοίχο βρήκε σε Βερολίνο και Βρυξέλλες η προσπάθεια του Μαξίμου να στήσει σκηνικό δήθεν ανένδοτου κατά των «σκληρών» δανειστών και να ξαναζεστάνει τη σούπα των υποτιθέμενων δυναμικών διαπραγματεύσεων
Σε μερική αναδίπλωση και χαμήλωμα των τόνων της αντιπαράθεσης με τους δανειστές, σχετικά με την παρουσία ή την εκδίωξη του ΔΝΤ στο τρίτο ελληνικό πρόγραμμα, προχωρά η κυβέρνηση, μετά την ομόθυμη στήριξη που παρείχαν οι Βρυξέλλες, αλλά και η καγκελαρία στον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος είχε αντιδράσει σφόδρα στην άποψη της Αθήνας ότι το Ταμείο πρέπει να αποχωρήσει.Τροχιά σύγκρουσης; «Δεν νομίζω ότι αντιστοιχεί ο προσδιορισμός ‘‘σύγκρουση’’ στην πραγματικότητα» δήλωσε η κυβερνητική εκπρόσωπος Όλγα Γεροβασίλη, αποφεύγοντας να ρίξει κι άλλο λάδι στη φωτιά και διευκρινίζοντας ουσιαστικά ότι πρόκειται απλά για μία πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης στη διαδικασία της συζήτησης με τους εταίρους.
«Οι δηλώσεις Τσίπρα για απεμπλοκή του ΔΝΤ δεν ήταν τελεσίγραφο, αλλά πρόταση προς την Ε.Ε. να εξετάσει τη δυνατότητα να απεμπλακεί η Ε.Ε. ώστε να διαχειριστεί τα του οίκου της μόνη της» διευκρίνιζαν επίσης κυβερνητικοί παράγοντες, ρίχνοντας κι άλλο τους τόνους.
Είχαν προηγηθεί δηλώσεις τόσο από την γερμανική κυβέρνηση, όσο κι από την Κομισιόν, που ξεκαθάριζαν ότι το ΔΝΤ είναι μέσα στο πρόγραμμα.
Ο κοινοτικός επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων Πιέρ Μοσκοβισί διαμήνυσε ότι δεν θέλει να δει «μια διαμάχη σχετικά με το ρόλο του ΔΝΤ στην Ελλάδα» και ξεκαθάρισε ότι «η παρουσία του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα διάσωσης είναι απαραίτητη».
Ο εκπρόσωπος της καγκελαρίας Στέφεν Ζάιμπερτ τόνισε ξεκάθαρα πως η συμμετοχή του ΔΝΤ στο τρίτο Μνημόνιο «δεν είναι μόνο πρακτική που έχει αποδώσει, αλλά και θεμελιωμένη στα σχετικά νομικά κείμενα για το πρόγραμμα του ESM και στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Η τελευταία αυτή δήλωση διέψευσε μάλλον και τις κυβερνητικές προσδοκίες ότι μπορεί να υπάρξει ρήγμα ανάμεσα σε Μέρκελ και Σόιμπλε για το θέμα του ΔΝΤ.
Ωστόσο το Μέγαρο Μαξίμου κρατά από την παρέμβαση και της καγκελαρίας και της Κομισιόν το γεγονός ότι δεν υιοθέτησαν την προκλητική ρητορική του κ. Σόιμπλε.
Η προσπάθεια άλλωστε της κυβέρνησης να διαχωρίσει τον γερμανό υπουργό Οικονομικών και να τον «φωτογραφίσει» ως επικεφαλής των ακραίων και σκληρών κύκλων της Ευρώπης, έναντι άλλων που έχουν πιο φιλελληνικές θέσεις είναι εμφανής.
Πολλοί εκτιμούν ότι ακριβώς αυτό προσπαθεί τελικά να πετύχει η Αθήνα. Είτε δηλαδή όντως να προκαλέσει ρήγμα στο μέτωπο των δανειστών, είτε για επικοινωνιακούς λόγους να κατασκευάσει ένα τεχνητό σκηνικό με ένα δήθεν χάσμα ανάμεσα στους «καλούς» και τους «κακούς» δανειστές, όπου η κυβέρνηση πολεμά με τους πρώτους εναντίον των δεύτερων. Και επιπλέον ότι η διαπραγμάτευση δεν κατέληξε – και δεν έληξε – το καλοκαίρι με την υπογραφή ενός επαχθούς μνημονίου, αλλά συνεχίζεται, με την Αθήνα να δίνει ένα νέο «ανένδοτο» κατά της τρόικας.
Η επιχείρηση αυτή της κυβέρνησης φαίνεται να συνδέεται εν πολλοίς με τις δυσκολίες που έχει στις διαπραγματεύσεις με την τρόικα για τα προαπαιτούμενα του Δεκεμβρίου, τα οποία πρέπει να ψηφιστούν την επόμενη εβδομάδα, αλλά οι διαφωνίες παραμένουν έντονες, με πιθανή ακόμη και την παράταση, ενώ ρόλο παίζει φυσικά και η αναμενόμενη ασφαλιστική μεταρρύθμιση, κυρίως για το κοινωνικό κόστος που θα προκαλέσει στη συγκυβέρνηση.
Πάντως από το Μέγαρο Μαξίμου επιμένουν επί της αρχής ότι «η Ευρώπη από μόνη της θα έπρεπε να λύνει τα ζητήματά της και τα προβλήματα της οικονομικής κρίσης, χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ», όπως δήλωσε η κυρία Γεροβασίλη. Πρόσθεσε δε, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο για νέες αντιπαραθέσεις, ότι «έχουμε διαφωνίες. Αν μέχρι που θα φθάσουν οι διαφωνίες και μέχρι πού φθάνουν κάθε φορά, είναι ένα ζήτημα που δεν μπορούμε να το προεξοφλήσουμε».