Μια «παρεξήγηση» που έχει προκαλέσει από το πρωί αναστάτωση στους Έλληνες καταθέτες προσπαθεί να διαλύσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, διευκρινίζοντας επίσημα και κατηγορηματικά ότι οι ελληνικές τράπεζες θα παίρνουν ρευστότητα μέσω του έκτακτου μηχανισμού της Τράπεζας της Ελλάδος (ELA) όσο θα είναι φερέγγυες και χωρίς χρονικούς περιορισμούς.
Πηγή της ΕΚΤ τόνισε στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων ότι, μέσω του μηχανισμού Έκτακτης Παροχής Ρευστότητας (ELA), οι ελληνικές τράπεζες θα μπορούν να υποστηρίζονται από την Τράπεζα της Ελλάδος όσο θα είναι φερέγγυες και θα διαθέτουν τις απαραίτητες εξασφαλίσεις. Αυτή η παροχή ρευστότητας δεν συνδέεται με τη λήξη της τεχνικής παράτασης του ελληνικού προγράμματος στις 28 Φεβρουαρίου, εξήγησε η ίδια πηγή.
Σε ό,τι αφορά τα περί επανεξέτασης της παροχής ρευστότητας στην επόμενη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, σε δύο εβδομάδες, η πηγή της ΕΚΤ διευκρίνισε ότι δεν έχει αλλάξει κάτι στις σχετικές διαδικασίες από το 2012, όταν και πάλι οι ελληνικές τράπεζες στηρίζονταν στον έκτακτο μηχανισμό, έχοντας λάβει τότε ενισχύσεις έως και 126 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με τους σχετικούς κανόνες, επειδή ακριβώς η χορήγηση ρευστότητας από τον ELA αποτελεί μια έκτακτη ενίσχυση, σε αντίθεση με τη χρηματοδότηση των τραπεζών από τον τακτικό μηχανισμό της ΕΚΤ, απαιτείται να εξετάζεται η παροχή ρευστότητας σε κάθε συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου, δηλαδή δύο φορές το μήνα, καθώς μέσα σε λίγες ημέρες μπορούν να μεταβληθούν σημαντικά τα δεδομένα μιας τράπεζας που βρίσκεται σε δύσκολη θέση και έχει προσφύγει στον ELA.
Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι υπάρχει οποιοδήποτε ενδεχόμενο μέσα σε δύο εβδομάδες το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ να αποφασίσει με την απαιτούμενη αυξημένη πλειοψηφία των 2/3 να διακόψει την παροχή ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες. Τούτο διότι οι κανόνες της ΕΚΤ για τη χρήση του ELA απαιτούν, όπως τόνισε και ο εκπρόσωπος της ΕΚΤ, να είναι μια τράπεζα φερέγγυα και να διαθέτει εξασφαλίσεις που θα μπορούν να γίνουν δεκτές από την εθνική κεντρική τράπεζα, με τους χαλαρούς κανόνες που εφαρμόζονται σε αυτή την περίπτωση, σε αντίθεση με τους αυστηρούς κανόνες αποδοχής εξασφαλίσεων από την ΕΚΤ.
Πρακτικά, οι ελληνικές τράπεζες, που είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένες (άρα φερέγγυες) με τη «σφραγίδα» της ίδιας της ΕΚΤ, από τα πρόσφατα τεστ αντοχής, ενώ διαθέτουν εξασφαλίσεις αρκετών δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ, δεν διατρέχουν τον παραμικρό κίνδυνο διακοπής της ρευστότητας από την ΕΚΤ.
Άλλωστε, όπως τονίζουν τραπεζικά στελέχη, μια απόφαση διακοπής της έκτακτης χορήγησης ρευστότητας στις τράπεζες δεν είναι μια απλή απόφαση τεχνικού-τραπεζικού χαρακτήρα, αλλά μια πολύ σοβαρή πολιτική απόφαση: χωρίς το τελευταίο καταφύγιο για ρευστότητα, οι ελληνικές τράπεζες θα κατέρρεαν, η κυβέρνηση θα υποχρεωνόταν να εκδώσει εθνικό νόμισμα για να τις στηρίξει και η έξοδος από το ευρώ θα ήταν γεγονός!
Πρέπει να τονισθεί ότι η παρέμβαση του εκπροσώπου της ΕΚΤ συνιστά πρωτοφανές «άδειασμα» του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα, από τον οποίο εκπορεύονταν οι πληροφορίες για ενίσχυση ρευστότητας στις τράπεζες με ορίζοντα δύο εβδομάδων.
Ο διοικητής της ΤτΕ, ως μη όφειλε, έδωσε υπερβολική δημοσιότητα και πολιτικό χαρακτήρα σε μια συνηθισμένη απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, η οποία μάλιστα αφορά… μικροποσά (10 έως 40 δισ. ευρώ), σε σχέση με το ενεργητικό των ελληνικών τραπεζών, τα μεγέθη του Ευρωσυστήματος και το ύψος παλαιότερων ενισχύσεων στις ελληνικές τράπεζες, που είχαν φθάσει τα 126 δισ. ευρώ, χωρίς τότε να δοθεί ιδιαίτερη δημοσιότητα σε αυτό το γεγονός.
Σύμφωνα με πληροφορίες, αυτές οι κινήσεις του κ. Στουρνάρα, που προφανώς εντάσσονται στο πλαίσιο πολιτικών σκοπιμοτήτων και όχι της διαχείρισης του τραπεζικού συστήματος, έχουν ενοχλήσει έντονα τη διοίκηση της ΕΚΤ, εξ ου και το πρωτοφανές «άδειασμα» του κ. Στουρνάρα, μέσω δηλώσεων στο επίσημο πρακτορείο ειδήσεων της Ελλάδας.
Η παραπλανητική εντύπωση που δόθηκε περί λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος υπό… προθεσμία δύο εβδομάδων προκάλεσε σοβαρή αναστάτωση στους καταθέτες, πολλοί εκ των οποίων έσπευσαν να σηκώσουν χρήματα, ή να τα μεταφέρουν στο εξωτερικό. Η εκροή καταθέσεων σήμερα εκτιμάται από τραπεζικά στελέχη ότι θα είναι η μεγαλύτερη της εβδομάδας, ξεπερνώντας τα 2 δισ. ευρώ